Οι Τζέικ και Έλγουντ Μπλουζ επανασυνδέονται με τα υπόλοιπα μέλη του προηγούμενου μουσικού συγκροτήματός τους, για μια συναυλία, τα έσοδα της οποίας θα σώσουν το ορφανοτροφείο στο οποίο μεγάλωσαν. Στην πορεία, οι δύο ήρωες της ταινίας στοχοποιούνται από μια μυστηριώδη γυναίκα που αποπειράται να τους σκοτώσει, από μια ομάδα νεοναζί και από ένα συγκρότημα κάντρι μουσικής, ενώ παράλληλα τους καταδιώκει ανελέητα και η αστυνομία. Η ταινία αποτελείι ένα αφιέρωμα στη μπλουζ και σόουλ μουσική.
Πρόκειται για την ταινία που έδωσε το βραβείο Όσκαρ α` ανδρικού ρόλου στον Sidney Poitier, (Για το ρόλο ενός ρέμπελου νεαρού που πηγαίνει όπου φυσάει ο άνεμος. Μέχρι τη στιγμή που το αμάξι του θα πάθει μια μικρή βλάβη και θα αναγκαστεί να σταματήσει σε κάτι γερμανικής προελεύσεως καλόγριες για να ζητήσει λίγο νερό. Για αυτές θα είναι η απάντηση στις προσευχές τους: ένας δυνατός άντρας που θα αναλάβει όλες τις σκληρές δουλειές. ) γράφοντας με χρυσά γράμματα το όνομά του στην κινηματογραφική ιστορία όντας ο πρώτος αφροαμερικανός άντρας που κέρδιζε το εν λόγω βραβείο.
Δυο προσκυνητές καθ’ οδόν προς την Κομποστέλα θα ξεκινήσουν ένα παράλληλο ταξίδι στο χρόνο, περνώντας από το μεσαίωνα στην εποχή του ρομαντισμού κι από εκεί στο σήμερα.
Ο μεγάλος αιρετικός του ιταλικού σινεμά μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη εννέα απο της ιστορίες του Δεκαημέρου του Βοκάκιου: Μια νεαρή κοπέλα απο τη Σικελία πέφτει δυο φορές θύμα εξαπάτησης, καταλήγει όμως πλούσια. Ένας άντρας προσποιείται τον κωφάλαλο στη σύσκεψη κάποιον ιδιόρρυθμων μοναχών. Μια γυναίκα πρέπει να κρύψει τον εραστή της όταν ο άντρας της γυρίζει σπίτι νωρίτερα. Ένας απατεώνας κοροιδεύει έναν ετοιμοθάνατο ιερέα. Τρια αδέλφια παίρνουν εκδίκηση απο τον εραστή της αδελφής του. Δυο φίλοι ορκίζονται να ανακαλύψουν τι υπάρχει στη ζωή μετα θανάτο. Ο Παζολίνι επιστρέφει ακόμα μια φορά στις αγαπημένες του συνήθειες: σαρκάζει την Εκκλησία, τον φιλελευθερισμό, τον έρωτα και την ίδια τη ζωή.
Η Ντελόρις είναι μια απλή τραγουδίστρια μπαρ και γίνεται μάρτυρας φόνου της μαφίας. Για να μπορέσει να γλυτώσει, μπαίνει σε ένα μοναστήρι και μεταμφιέζεται σε καλόγρια υπό το πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων. Γρήγορα θα γίνει φίλη με τις καλόγριες, αλλά μπαίνει τιμωρία όταν η ηγουμένη την πιάνει να ξεπορτίζει για να πάει σε μπαρ. Η τιμωρία της είναι να μπει στην χορωδία, την οποία σύντομα βρίσκεται να διευθύνει με τον δικό της προσωπικό τρόπο.
Μια παρέα φίλων που αρνείται να εγκλωβιστεί στις κοινωνικές συμβάσεις, έχει ως καταφύγιό της το σπίτι του μοναδικού εργένη της παρέας. Επειδή όμως η διακόσμησή του, τους «χαλάει» καταστρώνουν ένα σχέδιο να το αναμορφώσουν χωρίς να ξοδευτούν. Τι καλύτερο, λοιπόν, από ένα γάμο… Ανίερο χιούμορ, γνώριμες καταστάσεις και χαρακτήρες. Η αποθέωση της αντρικής ματαιοδοξίας και επιπολαιότητας. Γι’ αυτούς η γυναίκα είναι, απλά το μέσο, ώστε να πετύχουν το σχέδιό τους. Μέχρι ενός σημείου, γιατί όταν παρεμβάλλεται ο έρωτας τα πράγματα παίρνουν άλλη τροπή, μεταμορφώνονται σε ευαίσθητα και αδύναμα πλάσματα και ολοκληρώνονται μέσα από τη γυναικεία αγκαλιά.
Κατά τον μεσαίωνα, τρεις μοναχές, η Αλεσάντρα, η Φερνάντα και η Γινέβρα, διάγουν μια ήσυχη ζωή στη μόνη τους. Οι ημέρες τους περνούν με την καθημερινή ρουτίνα του μοναστηριού, με το να κατασκοπεύει η μία την άλλη και με τον μαλώνουν για τις μικροδουλειές. Όταν μια συγκεκριμένη και βαριά προσβολή κάνει έναν χωρικό να φύγει, ο πάτερ Τομάσο φέρνει στη μονή έναν νέο βοηθό, τον Μασέτο, έναν νεαρό κι αρρενωπό υπηρέτη που είναι εξαναγκασμένος να κρύβεται από τον εξοργισμένο αφέντη του. Στις μοναχές θα παρουσιαστεί ως κωφάλαλος για να αποθαρρύνει κάθε πειρασμό. Αλλά ο Μασέτο έχει ήδη ξεκινήσει την πάλη να κρατήσει την κάλυψη του, καθώς οι καλόγριες έχουν επιδοθεί σε όργια πειρασμών, αλλά και ακραίο ανταγωνισμό μεταξύ τους.