Στο «A Nightmare on Elm Street» αναμφισβήτητος πόλος έλξης είναι ο Freddy Krueger, ένας δαιμονικός τύπος με καμένο δέρμα που φορά στο ένα του χέρι γάντι με κοφτερές λεπίδες. Ο Freddy επισκέπτεται τα θύματά του στα όνειρά τους και όταν τα σκοτώσει, αυτά πεθαίνουν και στην πραγματικότητα. Είναι τα παιδιά των γονιών που κάποτε τον σκότωσαν εξαγριωμένοι για τους φόνους 20 παιδιών που είχε διαπράξει.

Είναι η προτελευταία ταινία του Χίτσκοκ και ταυτόχρονα η πρώτη ταινία που γύρισε στην Αγγλία αφού επέστρεψε από τις ΗΠΑ.

Μια ζωντοχήρα μετακομίζει με τα δυο αγόρια της στο σπίτι του πατέρα της που βρίσκεται σε κάποια λουτρόπολη των ΗΠΑ. Ο μεγάλος της γιος θα παρασυρθεί από μια παρέα μηχανόβιων, που στην πραγματικότητα είναι βαμπίρ, ενώ ο μικρός θα προσχωρήσει στην ομάδα δυο ανήλικων κυνηγών βρικολάκων.

Έρχεται από το παρελθόν και είναι σχεδόν νεκρός. Ο Singapore Sling είναι ένας από κείνους τους τύπους χωρίς λεφτά, σπίτι και φίλους, που κυνηγούν χαμένες υποθέσεις με γυναικεία ονόματα και μπλέκονται σε ιστορίες που δεν οδηγούν πουθενά. Η δική του ιστορία λεγόταν Λάουρα και τη συνάντησε πριν από πολλά χρόνια. Αν και υποψιάζεται πως το κορίτσι που γυρεύει τόσα χρόνια έχει πεθάνει και πως είναι ερωτευμένος μ’ ένα πτώμα, αυτός συνεχίζει να το ψάχνει. Έτσι, ένα βράδυ με βροχή και θύελλα, πληγωμένος και χωρίς να ’χει πια να χάσει τίποτα, φτάνει σ’ ένα σπίτι, γιατί πιστεύει πως εκεί μπορεί να βρίσκεται η Λάουρα. Όμως, στον κήπο του σπιτιού, δυο γυναίκες προσπαθούν να θάψουν το πτώμα ενός άντρα -αλλά o Singaρore Sling με μια σφαίρα στον ώμο δεν μπορεί να κάνει και πολλά πράγματα. Περιμένει να ξημερώσει για να μπει στο σπίτι με την ελπίδα πως η Λάουρα βρίσκεται ακόμα εκεί... Όμως τα πράγματα δεν έρχονται όπως τα υπολογίζει...

1944, Λιθουανία. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος φτάνει στο τέλος του. Η οικογένεια των Λέκτερ, αν και προφυλαγμένη στο κάστρο της, δεν απέφυγε τα χειρότερα. Μετά από αναμέτρηση ενός ναζιστικού αεροπλάνου κι ενός ρώσικου τανκς, ο μικρός Χάνιμπαλ βλέπει μπροστά στα μάτια του να σκοτώνονται οι πολυαγαπημένοι του γονείς. Μένει μόνος του να προστατέψει την πιτσιρίκα αδελφή του, την Μίσα. Δεν θα τα καταφέρει, όμως. Από το κάστρο περνάει μια ομάδα περιπλανώμενων και πεινασμένων στρατιωτών που ψάχνουν απεγνωσμένα κάτι να φάνε. Και ελλείψει άλλων επιλογών, διαλέγουν την Μίσα... Ο Χάνιμπαλ επιβιώνει από την φρίκη και το μόνο που τον κρατάει ζωντανό είναι ότι θέλει να εκδικηθεί το θάνατο της αδελφής του. Αφού το κάστρο της οικογένειάς του δημεύεται από τους σοβιετικούς, που το μετατρέπουν σε ορφανοτροφείο, ο Χάνιμπαλ θα το σκάσει για το Παρίσι. Εκεί, θα συναντήσει την εύπορη γιαπωνέζα χήρα του θείου του, την Λαίδη Μουρασάκι.

Όταν ο εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος Μαξιμίλιαν Βίντερς εξαπολύει τις κοσμικές δυνάμεις μιας θανάσιμης στρατιωτικής μηχανής στην πόλη προκειμένου να προσπαθήσει να "σπάσει" μια αρχαία κατάρα, ο Λεονάρντο, o Ραφαέλ, ο Ντονατέλο κι ο Μικελάντζελο θα πρέπει για ακόμη μία φορά να βγουν από τον υπόνομό τους και να κερδίσουν τη μάχη του καλού ενάντια στις σκοτεινές δυνάμεις του κακού. Μαζί με τους υπέργειους "συμπατριώτες" τους Έιπριλ Ο'Νιλ και Κέισι Τζόουνς, οι τέσσερις ήρωες θα εμπλακούν σε μια συναρπαστική περιπέτεια!

Η συμπάθεια μιας νεαρής κυρίας για έναν Πόντιο παντοπώλη, τον οποίο οι συμπατριώτες του αποκαλούν «ντροπή του Πόντου», είναι φανερή σε όλους. Όμως, ο Κωστίκας δεν αντιλαμβάνεται τα αισθήματά της γιατί ο νους του είναι αλλού. Πασχίζει να γίνει πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομάδας του Νέου Πόντου, της «Αστραπής», για να πάρει τη θέση του Γιωρίκα που είναι ερωτευμένος με την εν λόγω κυρία, αλλά εκείνη δεν έχει μάτια παρά μόνο για τον Κωστίκα.