Η Μόνικα, μια νεαρή κοπέλα γνωρίζεται με τον Χάρι σε ένα καφέ και ερωτεύονται. Εκείνη ονειρεύεται να αποδράσει από τη μιζέρια του σπιτιού της και τον μόνιμα μεθυσμένο πατέρα της. Εκείνος ζει με τον άρρωστο πατέρα του. Τα δύο νεαρά παιδιά αποφασίζουν να αφήσουν πίσω τους τις μίζερες ζωές τους και τα σπίτια τους και παίρνουν μια βάρκα για να περάσουν κάποιες ρομαντικές βραδιές κάτω από τα αστέρια. Τελικά οι δύο νέοι, ο Χάρι και η Μόνικα, θα παντρευτούν. Καρπός του έρωτας τους θα είναι ένα παιδί, αλλά η Μόνικα δε θα αντέξει τη συμβατική οικογενειακή ζωή, η ευδαιμονία του ζευγαριού χάνεται και μοιραία η Μόνικα θα εγκαταλείψει τον Χάρι.

Ο Στέλιος έχει μεταναστεύσει από την Ελλάδα στη Σουηδία κατά την περίοδο της χούντας και μοιράζεται ένα μικρό διαμέρισμα με το θείο του Θωμά, τη Μαρία, το Δημήτρη και τον Κώστα. Ο θείος του είναι άρρωστος και ζει με το φόβο ότι θα πεθάνει στα ξένα, ενώ οι υπόλοιποι συγκάτοικοι δουλεύουν σκληρά για το μεροκάματό τους. Ο Στέλιος βρίσκει δουλειά σε ένα εργοστάσιο, παράλληλα όμως βιώνει τη μοναξιά, το ρατσισμό και την ανασφάλεια του μετανάστη. Προσπαθώντας να λύσει το πρόβλημα της κοινωνικής του αποδοχής, φτιάχνει ένα πρόσκαιρο δεσμό με μια Σουηδέζα. Σύντομα όμως θα ξαναβρεθεί μόνος και άνεργος σε μια αλλοτριωμένη κοινωνία.