Η πορεία μιας ομάδας πεζοναυτών προς την πλήρη ηθική και ψυχική πώρωση, από τη σκληρή εκπαίδευση που υφίστανται στο Κέντρο μέχρι την αποστολή θανάτου την οποία αναλαμβάνουν στον πόλεμο του Βιετνάμ.

Δυο αδέλφια, έξι και δέκα χρονών μεγαλώνουν στον ρατσιστικό Νότο των ΗΠΑ της δεκαετίας του 1930. Στυλοβάτης εναντίον της μισαλλοδοξίας και του φυλετικού μίσους θα είναι ο χήρος πατέρας τους, που προσπαθεί να τα μεγαλώσει μακριά από την στείρα και μονόχνωτη νοοτροπία των συμπολιτών του.

Η ταινία εξελίσσεται σε μια αμερικάνικη επαρχία του νότου, μεταξύ των μελών μιας νεγρικής κοινότητας. Η Nete και η Cellie ειναι δυο αδερφές, που όμως η τύχη τους επιφυλάσσει τελειως διαφορετικούς δρόμους. Η Cellie κακοποιείται άγρια απο τον πατέρα της και αποκτά δυο παιδιά,ενώ ο ίδιος την πουλάει ουσιαστικά σε έναν εξίσου βάναυσο άντρα, ο οποιος την παντρεύεται. Η ζωή της Cellie είναι ένα διαρκές βασανιστήριο υποτίμησης και ταπείνωσης απο τον άντρα της, ενώ το πιο ενοχλητικό απο ολα είναι οτι καθώς τα χρόνια περνούν δεν έχει καμια επαφή με την αγαπημένη της αδερφή. Παράλληλα με την ιστορία της Cellie εμπλέκονται και άλλες τραγικές ιστορίες νέγρων γυναικών, που ειτε βασανίζονται απο το σατράπη άντρα τους, ειτε ταπεινώνονται απο τις φυλετικές διακρίσεις που ειναι ακόμα εμφανείς στην Αμερική εκεινη την περιοδο.

Η αληθινή ιστορία του πρώτου συντάγματος μαύρων στρατιωτών που έλαβε μέρος στον Αμερικανικό Εμφύλιο υπό τις διαταγές του νεαρού συνταγματάρχη Ρόμπερτ Γκουλντ Σο, ο οποίος ανέλαβε να τους εκπαιδεύσει και να τους οδηγήσει στην πρώτη γραμμή. Στις 18 Ιουλίου του 1863, σε μια παραλία κοντά στο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας, το 54ο Σύνταγμα Πεζικού της Μασαχουσέτης προσπάθησε να καταλάβει ένα απόρθητο οχυρό των Νοτίων. Οι μαύροι εθελοντές δεν πολεμούσαν μόνο για τη νίκη, αλλά και για την ίδια την ελευθερία τους. Η ηρωική τους δράση έκανε τους Βορείους να πάψουν να βλέπουν με προκατάληψη τους μαύρους και συντέλεσε στην κατάταξη 180 χιλιάδων μαύρων.

Η 14χρονη Έλε Μάργια ανήκει στη φυλή των Σάμι, που ζουν εκτρέφοντας ταράνδους. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του ‘30 κι ο ρατσισμός καλά κρατεί· έτσι, στο οικοτροφείο της κάνουν βιολογικές εξετάσεις που μετρούν το πότε μπορεί ένας ιθαγενής να εισαχθεί στην κοινωνία των λευκών. Η Έλε Μάργια αρχίζει να ονειρεύεται μια άλλη ζωή. Αλλά για να καταφέρει να ζήσει το όνειρό της, πρέπει να γίνει κάποια άλλη και να σπάσει όλους τους δεσμούς με την οικογένεια και την κουλτούρα της.

Υιοθετημένος από την γιαγιά του, Madame Souza, ο μικρός Champion είναι ένα γλυκό, μοναχικό αγόρι… Διαπιστώνοντας η γιαγιά ότι ο πιτσιρικάς δεν είναι πουθενά αλλού τόσο ευτυχισμένος όσο στη… σέλα ενός ποδηλάτου, αρχίζει τα μαθήματα και πολύ γρήγορα, ο Champion γίνεται αντάξιος του… ονόματός του! Τα χρόνια περνούν και το αγόρι είναι έτοιμο πια, να λάβει μέρος στο παγκόσμιας φήμης ποδηλατικό «Γύρο της Γαλλίας»! Στη διάρκεια του αγώνα όμως, δύο μυστηριώδεις, μαυροντυμένοι τύποι απαγάγουν τον Champion! Τρελή από αγωνία, η Madame Souza, παρέα με τον πιστό της σκύλο Bruno, αρχίζει να τον αναζητά εναγωνίως. Στη διάρκεια της περιπλάνησης της, βρίσκεται στην πόλη Belleville, όπου μεσουρανεί το διάσημο «Τρίο» - ένα συγκρότημα τριών εκκεντρικών καλλιτέχνιδων, οι οποίες αποφασίζουν να πάρουν την Madame Souza και τον σκύλο της υπό την προστασία τους. Όλοι μαζί, θα βρεθούν σύντομα στα ίχνη του Champion, αλλά και της Γαλλικής… Μαφίας! Θα καταφέρουν άραγε, να τα βγάλουν πέρα μαζί της;

Ένας δημοσιογράφος γράφει ένα μυθιστόρημα για ένα μυστηριώδες τρένο που αναχωρεί κάθε τόσο για το έτος 2046. Ένα ταξίδι στον χρόνο, με τους επιβάτες να αναζητούν χαμένες αναμνήσεις. Λέγεται ότι το 2046 τίποτα δεν άλλαξε. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς τι συμβαίνει γιατί κανένας δεν επέστρεψε ποτέ. Εκτός από έναν που πήγε και επέλεξε να φύγει.

Μόνοι στο Παρίσι με τους γονείς να λείπουν για διακοπές η Ιζαμπέλ και ο αδερφός της Τεό προσκαλούν τον συμφοιτητή τους Μάθιου, έναν νεαρό Αμερικάνο, να μείνει για λίγο στο σπίτι μαζί τους. Οι τρεις νεαροί θα φτιάξουν τους δικούς τους κανόνες και θα πειραματιστούν συναισθηματικά και σεξουαλικά σε μια σειρά ιδιαίτερα απαιτητικών παιχνιδιών. Με φόντο την ταραχώδη πολιτική περίοδο των γεγονότων της Άνοιξης του ‘68 στην Γαλλία, όταν η φωνή των νέων αντηχούσε σε όλη την Ευρώπη, Οι Ονειροπόλοι είναι μια ιστορία εσωτερικής ανακάλυψης καθώς τρεις φοιτητές δοκιμάζουν τα όριά τους.

Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Χοντέρλος ντε Λακλός. Στη Γαλλία του 18ου αιώνα, η Μαρκησία ντεΜερτουί ζητάει από τον πρώη εραστή της Υποκόμη ντε Βαλμόντ να σαγηνεύσει την μέλουσσα σύζυγο ενός άλλου πρώην εραστή της, σε αντάλλαγμα για μια τελευταία νύχτα με την ίδια. Όμως, τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως αρχικά τα σχεδίασαν.

Ένας δικηγόρος αδιαφορεί για την ψυχρή σύζυγό του και συνάπτει ερωτικό δεσμό με την αδελφή της. Όλα αλλάζουν όταν εμφανίζεται ένας παλιός του φίλος, ο οποίος έχει ως χόμπι να βιντεοσκοπεί γυναίκες που αφηγούνται τις σεξουαλικές τους φαντασιώσεις.

Το 1968, η νεαρή Ούσι Ομπερμάγιερ εγκαταλείπει το σπίτι της, σε ηλικία 16 ετών, για να αναζητήσει την τύχη της. Πρώτη της στάση το Κοινόβιο 1 στο Βερολίνο, όπου μια ομάδα αναρχικών ζει με επαναστατικά ιδεώδη κι ελεύθερο έρωτα. Αυτό, όμως, που την απορροφά είναι το επάγγελμα του φωτομοντέλου και γρήγορα θα γίνει από τα γνωστότερα της εποχής της. Η γνωριμία της με τους Mick Jagger και Keith Richards θα την οδηγήσει σε νέα μονοπάτια, αλλά αυτό που τελικά θα τη σημαδέψει είναι η σχέση της με τον Ντίτερ Μπόκχορν, έναν πλούσιο ιδιοκτήτη μπαρ και λάτρη της περιπέτειας. Μαζί θα ταξιδέψουν ως την Ινδία και το Μεξικό, μέχρι ο θάνατος να τους χωρίσει…

1944, Λιθουανία. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος φτάνει στο τέλος του. Η οικογένεια των Λέκτερ, αν και προφυλαγμένη στο κάστρο της, δεν απέφυγε τα χειρότερα. Μετά από αναμέτρηση ενός ναζιστικού αεροπλάνου κι ενός ρώσικου τανκς, ο μικρός Χάνιμπαλ βλέπει μπροστά στα μάτια του να σκοτώνονται οι πολυαγαπημένοι του γονείς. Μένει μόνος του να προστατέψει την πιτσιρίκα αδελφή του, την Μίσα. Δεν θα τα καταφέρει, όμως. Από το κάστρο περνάει μια ομάδα περιπλανώμενων και πεινασμένων στρατιωτών που ψάχνουν απεγνωσμένα κάτι να φάνε. Και ελλείψει άλλων επιλογών, διαλέγουν την Μίσα... Ο Χάνιμπαλ επιβιώνει από την φρίκη και το μόνο που τον κρατάει ζωντανό είναι ότι θέλει να εκδικηθεί το θάνατο της αδελφής του. Αφού το κάστρο της οικογένειάς του δημεύεται από τους σοβιετικούς, που το μετατρέπουν σε ορφανοτροφείο, ο Χάνιμπαλ θα το σκάσει για το Παρίσι. Εκεί, θα συναντήσει την εύπορη γιαπωνέζα χήρα του θείου του, την Λαίδη Μουρασάκι.

Ενας χρηματιστής της Ουόλ Στριτ γίνεται πρωτοσέλιδο των εφημερίδων, όταν τραυματίζει έναν μαύρο με το αυτοκίνητό του και τον αφήνει αβοήθητο.