Ο Γκουίντο Ανσέλμι, σκηνοθέτης που περνά μια κριτική περίοδο στην προσωπική και καλλιτεχνική ζωή του, βασανίζεται από φαντασιώσεις και έμμονες ιδέες που σχετίζονται με την καθολική του παιδεία, τις σχέσεις του με το σεξ και τις γυναίκες και την αναζήτηση ενός νοήματος στη δουλειά του. Εικόνες από την ταινία που γυρίζει συγχέονται με εφιάλτες, αλλά όλη αυτή η σύγχυση πραγματικότητας και φαντασίας καταλήγει σε μια χαρούμενη φαραντόλα, όπου όλα αποκτούν νόημα.

Ένας άνδρας βγαίνει από την έρημο με αμνησία. Ο αδερφός του προσπαθεί να τον βοηθήσει να ανασυντάξει τη μνήμη του και να ανατρέξει πίσω στη ζωή που άφησε, όταν εγκατέλειψε τη γυναίκα του και το γιο του τέσσερα χρόνια πριν. Καθώς η μνήμη του επανέρχεται σταδιακά, προσπαθεί να έρθει ξανά σε επαφή με τα οικεία πρόσωπα του παρελθόντος.

Μέσα σ’ένα κατεστραμμένο βομβαρδιστικό αεροπλάνο που ανά πάσα στιγμή θα αρχίσει να πέφτει και με το αλεξίπτωτό του σε αχρηστία, ένας πιλότος συμβιβάζεται με τον επερχόμενο θάνατό του κι επικοινωνεί μέσω ασυρμάτου με το κέντρο για να ζητήσει ν’αποχαιρετήσουν τη μητέρα του και τους ανθρώπους που τον αγαπούν εκ μέρους του. Στην άλλη πλευρά της γραμμής βρίσκεται μία κοπέλα που συγκινείται από την ιστορία του και οι δυο τους μοιράζονται έντονα συναισθήματα. Σχεδόν ερωτεύονται.

Το χρονικό των τεσσάρων πρώτων ημερών της ανταρσίας των ναυτών του ομώνυμου θωρηκτού στην Οδησσό, το 1905, την εποχή του Ρωσο-ιαπωνικού πολέμου. Η ταινία μάχονταν στα ταμεία της Σοβιετικής Ένωσης με τον Ρομπέν των Δασών, μια αμερικανική ταινία με τον Douglas Fairbanks. Οι αρχές έλπιζαν σε επικράτηση του Ποτέμκιν, κυρίως για να εδραιωθεί ο ντόπιος κινηματογράφος στην μετά-επαναστατική Ρωσία. Καθόλου τυχαία, ο Λένιν είχε ονομάσει την τέχνη αυτή ως την σημαντικότερη για τον κομουνισμό. Εντέλει, επικράτησε ο Ρομπέν, με μικρή διαφορά. Μια ιστορική στιγμή για τον ρωσικό και τον παγκόσμιο κινηματογράφο. Η σκηνή των σκαλοπατιών της Οδησσού παραμένει ένα θαύμα τεχνικής μοντάζ και σκηνοθεσίας έχει αναπαραχθεί πολλάκις. Μάλιστα, αρχικά η σκηνή δεν βρίσκονταν στο σενάριο, αλλά ο Eisenstein την προσάρμοσε.

Αμερική 1910, λίγο πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έχοντας σκοτώσει έναν επιστάτη, ο Μπιλ φεύγει για το Τέξας μαζί με την ερωμένη του, Άμπι, και τη μικρή του αδελφή. Οι τρεις τους συστήνονται ως αδέλφια και πιάνουν δουλειά στα χωράφια. Η κατάσταση περιπλέκεται όταν ο νεαρός κτηματίας ερωτεύεται την Άμπι και ο Μπιλ της προτείνει να τον παντρευτεί, γνωρίζοντας ότι το αφεντικό τους δεν θα ζήσει πολύ.

Ο τυφλός χειρομαλάκτης Ζατοΐτσι προσλαμβάνεται από έναν αρχηγό συμμορίας γιακούζα, καθώς πιστεύει ότι ο πόλεμος είναι αναπόφευκτος με την αντίπαλη συμμορία. Ο Ζατοΐτσι έχει φήμη άριστου χειριστή του σπαθιού κι ο αρχηγός πιστεύει ότι ορθώς ξόδεψε αυτά τα λεφτά. Ο αρχηγός της αντίπαλης συμμορίας μαθαίνει τα νέα και προσλαμβάνει έναν ρόνιν. Ο Ζατοΐτσι στην εμφάνιση δείχνει πολύ ταπεινός κι όλοι όταν τον βλέπουν πιστεύουν ότι αποτελεί περίγελο της φεουδαλικής γιαπωνέζικης κοινωνίας. Όλα αυτά όμως μέχρι να βγάλει από το θηκάρι το σπαθί του...

Κατά τη διάρκεια μιας πτήσης από Λος Άντζελες προς Νέα Υόρκη, ο Όλιβερ και η Έμιλι νοιώθουν πως κάτι τους ενώνει, για να αποφασίσουν αμέσως μετά πως δεν κάνουν μαζί. Για τα επόμενα επτά χρόνια, όμως, θα ξαναβρεθούν ξανά και ξανά και από γνωστοί θα γίνουν φίλοι και μετά... ερωτευμένοι;

Ο Μάθιου, ένας πρωτοετής φοιτητής συναντά το κορίτσι των ονείρων του στο ασανσέρ μιας φοιτητικής εστίας, κατά τη διάρκεια μιας διακοπής ρεύματος. Χωρίς να δει το πρόσωπό της, την έχει ήδη ερωτευθεί. Το πρωί όταν ξυπνάει, το κορίτσι των ονείρων του έχει ήδη εξαφανιστεί και ξεκινάει να τη βρει ανάμεσα σε εκατοντάδες φοιτήτριες του πανεπιστημίου.

Μια Αμερικανίδα δημοσιογράφος ταξιδεύει στον κόσμο σε αναζήτηση μιας καλής ιστορίας. Στη διάρκεια των ταξιδιών της θα μπει σε ένα σύγχρονο χαρέμι και θα λάβει μέρος σε πριβέ διπλωματικά πάρτι στη Βενετία. Στην προσπάθεια της να "ξεσκεπάσει" ένα διεφθαρμένο πολιτικό θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα κύκλωμα που απαγάγει νεαρές κοπέλες και τις αναγκάζει να συμμετέχουν σε σκληρά πορνογραφικά φιλμ. Ερχόμενη πολύ κοντά στο θάνατο η Εμμανουέλα αναρωτιέται μήπως έφτασε η ώρα να αποσυρθεί για πάντα.