Η ταινία Να ζει κανείς ή να μη ζει (αγγλ. To Be or Not to Be) είναι κωμωδία παραγωγής 1942 σε σκηνοθεσία Ερνστ Λιούμπιτς. Η ταινία διαδραματίζεται την περίοδο της εισβολής των Γερμανών στην Πολωνία και αναφέρεται σε μια ομάδα ηθοποιών που εκμεταλλεύεται τις ικανότητες της μεταμφίεσης και της υποκριτικής προκειμένου να σταματήσουν ένα προδότη, ο οποίος προτίθεται να καταδώσει τα ονόματα των αντιστασιακών στον εχθρό.

Πενήντα χρόνια από την Ιστορία της πρώην Γιουγκοσλαβίας, από τη γερμανική εισβολή μέχρι τον κατακερματισμό, μέσα από μια αλληγορία που, παρά τη σοβαρότητα του θέματος, διατηρεί από την αρχή μέχρι το τέλος έναν μπουφονικό και πανηγυρικό χαρακτήρα. Η Ιστορία της χώρας του είναι για τον Κουστουρίτσα μια φάρσα, μια αυταπάτη, σαν αυτή του υπογείου όπου ζει για δεκαπέντε χρόνια μια κοινότητα παρτιζάνων, η οποία παράγει όπλα για το παραεμπόριο των κομματικών του Τίτο νομίζοντας ότι ο πόλεμος συνεχίζεται. Αλλά και όταν, μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, οι έγκλειστοι βγαίνουν στο φως, η ψευδαίσθηση συνεχίζεται μέσω της προπαγάνδας του τιτοϊκού καθεστώτος και, αργότερα, με τις νέες αυταπάτες του εθνικισμού. Στο τρίτο και συγκλονιστικότερο μέρος της ταινίας είναι αδύνατο πια να γελάσεις με τους ήρωες. Πάλι όμως ο Κουστουρίτσα παρακάμπτει την τραγικότητα και μας ξεγελά: η ζωή είναι αυταπάτη αλλά κι ένα παγανιστικό πανηγύρι.

Η αποστολή τους είναι ξεκάθαρη. Διείσδυση. Απελευθέρωση του Στρατηγού. Επιστροφή. Οι κομάντος στους οποίους ανατέθηκε η αποστολή σωτηρίας του Στρατηγού των ΗΠΑ από ένα ακριτικό οχυρό των Ναζί έπρεπε επίσης να ενημερωθούν ότι σε αυτή την αποστολή αυτοκτονίας δεν πρέπει να εμπιστεύονται κανέναν - ακόμα και εκείνους που τους έδωσαν την εντολή για την αποστολή.

Το 1942, σε ένα γιαπωνέζικο στρατόπεδο συγκέντρωσης, ο Βρετανός Τζον Λόρενς γίνεται μάρτυρας της σύγκρουσης δύο διαφορετικών κοσμοθεωριών, αλλά και αυτής του συγκρατούμενού του Τζακ Σέλιερς με τον διοικητή Γιονόι.

Η εισβολή των Ναζί στην Σοβιετική Ένωση το 1941 σηματοδότησε μια από τις μεγαλύτερες σφαγές της ανθρωπότητας. Από τον Ιούνιο του 1941 έως την τελική μάχη στο Βερολίνο τον Απρίλιο του 1945 οι συνεχόμενες συγκρούσεις Ναζί και Κόκκινου Στρατού κόστισαν την ζωή σε περισσότερα από 35 εκατομμύρια ανθρώπους. Η ταινία αυτή αναπτύσσει την Γερμανική εκδοχή της ιστορίας του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου όπως αυτή καταγράφηκε από μια διμοιρία Γερμανών στρατιωτών κατά την παραμονή τους στην Ρωσία το 1943.

Το Μέμφις Μπελ είναι ένα βομβαρδιστικό του Β Παγκοσμίου Πολέμου, με επιβάτες ένα νεανικό πλήρωμα έτοιμο για ηρωισμούς στον ουρανό της Ευρώπης. Το πλήρωμα βρίσκεται μία αποστολή πριν το τέλος της υπηρεσίας τους και μία ανάσα από το να βρεθούν στα σπίτια τους. Στην ενημέρωση, το βράδυ πριν τον βομβαρδισμό, μαθαίνουν πως ο στόχος είναι η Βρέμη, ένας στόχος κατά πολύ δυσκολότερος από τους προηγούμενους.

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τέσσερις άντρες από τη Βόρειο Αφρική κατατάσσονται στο Γαλλικό στρατό για απελευθερώσουν την χώρα από τους Ναζί, ενώ ταυτόχρονα πρέπει ν΄αντιμετωπίσουν το ρατσισμό των Γάλλων.

1943. Ο συνταγματάρχης Ραντλ ανακαλύπτει ότι ο Winston Churchill σκοπεύει να περάσει δύο μέρες σε ένα σχεδόν εγκαταλελειμμένο χωριό της Αγγλίας. Ο Ραντλ είναι πεπεισμένος ότι θα έπρεπε να επιχειρήσουν να τον απαγάγουν και ζητά τη βοήθεια του Συνταγματάρχη Όμπερστ Στάινερ, ο οποίος είναι καταδικασμένος σε θάνατο, και ενός Ιρλανδού, του Λίαμ Ντέβλιν. Μία ομάδα αλεξιπτωτιστών προσγειώνονται στην Αγγλία με ασφάλεια και είναι έτοιμοι για την απαγωγή. Όλα δείχνουν να πηγαίνουν βάσει σχεδίου μέχρι τη στιγμή που οι Άγγλοι ανακαλύπτουν το σχέδιο των Γερμανών...

Ένα παιδί στη Φλωρεντία του 1935 μεγαλώνει κοντά σε μια παρέα εκκεντρικών Αγγλίδων και Αμερικανίδων γυναικών, που λατρεύουν τη ζωή και την κουλτούρα της Ιταλίας, αλλά δεν διαισθάνονται τις αλλαγές που συμβαίνουν γύρω τους και ότι σύντομα οι χώρες τους θα εμπλακούν σε πόλεμο κατά του καθεστώτος του Μουσολίνι.

Ο υπολοχαγός Χαρτ, αιχμάλωτος πολέμου σε στρατόπεδο των ναζί, αναλαμβάνει την υπεράσπιση ενός μαύρου πιλότου, ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονία ενός ρατσιστή συναδέλφου του. Σύντομα, όμως, διαπιστώνει ότι η δίκη κρύβει πολύ περισσότερα πράγματα κι ότι ο πελάτης του, όπως και αυτός, έχουν γίνει πιόνια στα σχέδια του συνταγματάρχη ΜακΝαμάρα, του επικεφαλής των Αμερικανών αιχμαλώτων.

Το 1942, μια γαλλομαθής Σκωτσέζα έρχεται στην κατεχόμενη Γαλλία ως σύνδεσμος των βρετανών με τη γαλλική αντίσταση. Κίνητρό της είναι να βρει το Βρετανό εραστή της που χάθηκε εν πτήσει, αλλά σύντομα διαπιστώνει ότι η Αντίσταση δεν είναι καθόλου μια ρομαντική υπόθεση.