Ο Σαρλό ερωτεύεται ένα τυφλό κορίτσι που πουλά λουλούδια. Σώζει από πνιγμό ένα ζάπλουτο Νεοϋορκέζο, που επιχειρεί να αυτοκτονήσει, και μέσω εκείνου προσπαθεί να βοηθήσει οικονομικά την κοπέλα... Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν το 1928, στην περίοδο του βωβού, με τον Τσάπλιν να αρνείται για μεγάλο διάστημα να ακολουθήσει τα διδάγματα του ηχητικού, υποστηρίζοντας πως αυτός κατέστρεφε τη γλώσσα που είχε αναπτύξει η μέχρι τότε βουβή τέχνη. Στη συνέχεια και με την επιβολή του ήχου, ο Τσάπλιν πρόσθεσε μόνο ήχους, μουσική κι ένα απολαυστικό, ακαταλαβίστικο τραγούδι.
Τα δύο γαϊδουράκια, η Χάνκυ και ο Σπάνκυ, προσπαθούν να συναναστραφούν με ένα ζευγάρι καθαρόαιμων αλόγων κούρσας. Ο Σπάνκι περιφρονείται βασιλικά από τα δύο, το ένα εκ των οποίων είναι ένα φρόνιμο άλογο με μπούκλες. Όταν ο μικρός Σπάνκι σώζει το πουλάρι από έναν τρελό ταύρο, τα καθαρόαιμα άλογα είναι πολύ πρόθυμα να γίνουν φίλοι.
Το ροχαλητό του Ποπάυ κρατάει ξύπνιο ένα ποντίκι που κατοικεί στο σπίτι του. Το ποντίκι αντεπιτίθεται, ενώ ο Ποπάυ κάνει ένα λάθος: το παγιδεύει σε ένα κονσερβοκούτι με σπανάκι που δεν είναι εντελώς άδειο.