Σε μια Ιταλία που μαστίζεται από τη φτώχεια και την ανεργία, ένας αφισοκολλητής αναζητά το κλεμμένο ποδήλατό του, εργαλείο απαραίτητο για τη δουλειά που κάνει. Τελικά, αναγκάζεται να κλέψει με τη σειρά του άλλο ποδήλατο, γεγονός που θα έχει δραματικές επιπτώσεις.
Περιπλανώμενος σε έναν προνομιακό θύλακο της Ρώμης, ο Μαρτσέλο, δημοσιογράφος του κουτσομπολιού, συναντάει κομψές αριστοκράτισσες, πεινασμένους καλλιτέχνες, χυδαίους νεόπλουτους, γόησσες και "ταχυδακτυλουργούς" της κοσμικής νύχτας. Ανακαλύπτει ότι κάτω από την επιδερμίδα της απατηλής χάρης τους, ελλοχεύουν κενότητα, απόγνωση και μοναξιά, όλα όσα οδηγούν έναν αδιάλλακτο στοχαστή φίλο του σε τραγικό τέλος.
Σε μια διαδρομή προς το παρελθόν του, ο πρωταγωνιστής Μάικ (Ρίβερ Φίνιξ /Στάσου Πλάι μου, Η Ακτή του Κουνουπιού), μια μελαγχολική ανδρική πόρνη του Πόρτλαντ, με ναρκοληπτικές κρίσεις, αναζητά τα ίχνη της μητέρας του. Τυλιγμένος σε μια ονειρική αιθαλομίχλη, ο ευαίσθητος Μάικ παράλληλα γυρεύει το αγκάλιασμα και από τον φίλο του, τον Σκότ (Κιάνου Ρίβς /Speed, The Matrix). Έναν συνάδελφο στο πεζοδρόμιο, που παρότι είναι κληρονόμος μεγάλης περιουσίας και γιος δημάρχου, παρακάμπτει για τους δικούς του λόγους, την όποια συναισθηματική δέσμευση και ζει κι αυτός το ίδιο περιθωριακά. Το Δικό μου Άϊνταχο είναι ατμοσφαιρικά γυρισμένο, ενώ το σενάριο του Βαν Σάντ, δημιουργεί την αίσθηση στο θεατή, ότι όντως συμμετέχει σε μια απελευθερωτική, υπαρξιακή οδύσσεια. Υπάρχει στο πρώτο μέρος, μια πρωτότυπη χρήση του κλασσικού κειμένου του Σαιξπηρικού Ερρίκου Δ’, με διαλόγους και ύφος, να αποδίδονται αρκετά θεατρικά.
Ένα κινηματογραφικό τρίπτυχο τριών ιστοριών στο Τόκιο.
Μετά το θάνατο του παρανοϊκού αυτοκράτορα Τιβέριου, ο Καλιγούλας, ο διάδοχός του, καταλαμβάνει την εξουσία και βυθίζει την αυτοκρατορία σε ένα αιματηρό σπιράλ τρέλας και διαφθοράς.
Ο Άλεξ Μπερνιέ είναι ένας νεαρός, αντισυμβατικός ιερέας που ζει στη Νέα Υόρκη και µέλος ενός απόκρυφου τάγματος ιερωμένων, που εδρεύει στη Ρώμη. Όταν ο μέντοράς του και αρχιερέας του τάγµατος πεθαίνει, ο Άλεξ ταξιδεύει µέχρι τη Ρώµη για να διερευνήσει τις μυστηριώδεις συνθήκες του θανάτου, αφού το πτώµα βρέθηκε καλυμμένο µε παράξενα θρησκευτικά σύµβολα και φράσεις γραµµένες στην αραµαϊκή γλώσσα. Μαζί µε έναν φίλο του ιερωµένο και µια γυναίκα µε την οποία µοιράζεται ένα ταραχώδες παρελθόν, µπλέκει σε έναν κύκλο παραδοξοτήτων και µυστηρίου. Όλα τα ίχνη οδηγούν στο αρχαίο θρησκευτικό τάγµα, σύµφωνα µε το δόγµα του οποίου οι αµαρτίες ενός νεκρού µπορούν να διαγραφούν και τα σφάλµατά του να συγχωρεθούν µετά θάνατον, αρκεί να εφαρµοστεί µια ανορθόδοξη κι ανατριχιαστική µέθοδος.