Στην Ιαπωνία του 16ου αιώνα, δύο φιλόδοξοι αγρότες επιθυμούν να αλλάξουν την τύχη τους. Ο αγγειοπλάστης Genjuro αποφασίζει να πάει στο Κιότο και να πουλήσει τα εμπορεύματά του, ενώ ο γαμπρός του Tobei αποφασίζει να γίνει Σαμουράι. Εξαιτίας του εμφυλίου πολέμου, το χωριό τους σύντομα καταστρέφεται από τους επιδρομικούς στρατούς και ο Genjuro επιζεί ως εκ θαύματος. Και οι δύο παίρνουν τις γυναίκες τους και κατευθύνονται προς την πόλη. Στη συνέχεια, ο Genjuro στέλνει τη σύζυγό του πίσω στο σπίτι, και της υπόσχεται πως θα επιστρέψει σύντομα, ενώ ο Tobei, εγκαταλείπει τη σύζυγό του για να γίνει Σαμουράι. Εν τω μεταξύ, μια πλούσια ευγενής γυναίκα, η λαίδη Wakasa, δείχνει ενδιαφέρον για τα προϊόντα του Genjuro, και τον προσκαλεί στο μέγαρό της.

Στην Ιαπωνία του 16ου αιώνα, ένας στρατιωτικός δολοφονεί τον τοπικό άρχοντα, παρακινούμενος από την προφητεία μιας μάγισσας και ανεβαίνει στο θρόνο. Εστεμμένος πλέον, ανοίγει έναν κύκλο αίματος προκειμένου να κρατηθεί στην εξουσία. Η απληστία τον τυφλώνει, τα εγκλήματα συνεχίζονται για τη διατήρηση της εξουσίας, χωρίς όμως ο ήρωας να συνειδητοποιεί ότι απεργάζεται την αυτοκαταστροφή του.

Ο άρχοντας πεθαίνει κι ενώ η χώρα βρίσκεται σε εμφύλιο. Οι σύμβουλοι του βρίσκουν έναν φτωχό κλέφτη που είναι ολόιδιος με τον νεκρό άρχοντα και τον βάζουν να τον παραστήσει. Με τα χρόνια, ο Καγκεμούσα θα γίνει ένα με το πνεύμα του νεκρού άρχοντα.

Ο Σάι Μπέι είναι ένας συγκρατημένος χαμηλόβαθμος σαμουράι που ζει με την οικογένεια του την Εποχή των Ταραχών. Όταν οι φήμες εξαπλώνονται ότι νίκησε τη μάχη ενάντια σε έναν άσο στο σπαθί μονάχα με μοναδικό του όπλο ένα ξύλινο σπαθί, άθελά του θα μπλεχτεί σε διαμάχη με ολόκληρη τη φυλή και θα πρέπει να ακολουθήσει τις διαταγές του αφέντη του και να σκοτώσει έναν υπηρέτη.

Μετά από 400 χρόνια αδυσώπητου πολέμου μεταξύ των φατριών Ίγκα και Κόγκα, ο αυτοκράτορας Ατόρι τους διατάζει να σταματήσουν τις μάχες και να ζήσουν με ειρήνη