O Αλέξανδρος, ένας μεσόκοπος συγγραφέας, ασχολείται με το ημιτελές έργο του Σολωμού Ελεύθεροι πολιορκημένοι. Από το ποίημα λείπουν λέξεις, κι ο Αλέξανδρος αποπειράται να τις συγκεντρώσει, να τις αγοράσει, όπως έκανε για τις δικές του λέξεις κι ο Σολωμός. Τούτες οι λέξεις μπαίνουν στο παζλ της συμπλήρωσης του ημιτελούς αριστουργήματος, για να στοιχειώσουν και τη ζωή τού Αλέξανδρου. Όμως οι δυνάμεις του έχουν εξαντληθεί, κι ο ίδιος βαδίζει προς το θάνατο. O χρόνος που του απομένει, ανήκει στις αναμνήσεις, στον απολογισμό μιας ζωής, γεμάτης χαμένες ευκαιρίες και λάθος κινήσεις. Μόνο μία κίνηση υπάρχει ακόμα: μια τυχαία συνάντηση μ’ ένα άστεγο αγόρι, παιδί των φαναριών. Προσκολλάται σ’ αυτό το παιδί, αναβάλλει την «αναχώρηση» και παρατείνει την αιωνιότητα κατά μία μέρα, για να μεταφέρει στον μικρό του φίλο κάτι από τη γνώση του, ν’ αφήσει τα ίχνη του πάνω σε κάποιον, μέσα από το βλέμμα του οποίου θα σωθεί εκείνος που φεύγει…

Ο Ουζμπάλ ανακαλύπτει πως του απομένουν μόνο μερικοί μήνες ζωής και αποφασίζει να βάλει σε τάξη το χάος της ζωής του. Κατά τη διάρκεια της προσπάθειας του αυτής, περιπλανιέται στις φτωχογειτονιές και στον υπόκοσμο της Βαρκελώνης, ανάμεσα σε μετανάστες, συμμορίες και εμπόρους ναρκωτικών.

Οι δύο πρωταγωνιστές είναι γείτονες, χήροι εδώ και πολλά χρόνια και μόνοι στη ζωή. Όπως λέει η Άντι, το θέμα δεν είναι πλέον το σεξ, αλλά το να έχει κάποιον τη νύχτα πλάι της, έναν άνθρωπο για να του μιλάει ώσπου να αποκοιμηθεί. Ξεκινούν λοιπόν να κοιμούνται μαζί. Βασισμένη σε ένα πολυδιαβασμένο, συγκινητικό και ελπιδοφόρο best seller.