Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου μια ομάδα στρατιωτών αρνείται να συνεχίσει μια επίθεση που θεωρείται απ`όλους απίθανη. Οι ανώτεροί τους αποφασίζουν να τους τιμωρήσουν παραδειγματικά.

Γερμανία στις αρχές του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Γίνεται επιστράτευση και ο κόσμος είναι κατενθουσιασμένος. Στους δρόμους επικρατεί πανηγυρικός ενθουσιασμός.Μόνο σε μια αίθουσα του Γυμνασίου ο καθηγητής Κάντορεκ διδάσκει με στόμφο τους μαθητές του, αλλά η φωνή του δεν ακούγεται από τα εμβατήρια. Έχουν αρχαία Ελληνικά και στον πίνακα είναι γραμμένοι οι στίχοι του Ομήρου: Ἄνδρα μοι ἔννεπε, μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ................ Μια ομάδα νεαρών Γερμανών πείθονται από τον δάσκαλο τους να καταταγούν ώστε να πολεμήσουν στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως εκεί θα γνωρίσουν τον τραγικό πρόσωπο του πολέμου.

Ενας κατάδικος του έτους 2035 στέλνεται στο παρόν για να βρει τα αίτια της διάδοσης ενός θανατηφόρου ιού, που αφάνισε δισεκατομμύρια ανθρώπους.

Η μέχρις εσχάτων αναζήτηση μιας νεαρής κοπέλας για τον αρραβωνιαστικό της, ο οποίος βρίσκεται χαμένος σε κάποιο από τα χαρακώματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.

Η ιστορία του στρατιώτη και ποιητή Ζίγκφριντ Σασούν (1886–1967), ο οποίος παρασημοφορήθηκε για γενναιότητα στο Δυτικό Μέτωπο, που έγινε γνωστός για τα θυμωμένα και συμπονετικά ποιήματά του για τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τα οποία τον έκαναν διάσημο. Αποφεύγοντας τον συναισθηματισμό πολλών πολεμικών ποιητών, ο Σασούν έγραψε για τη φρίκη και τη βαναυσότητα του πολέμου στα χαρακώματα και σατίριζε περιφρονητικά στρατηγούς, πολιτικούς και εκκλησιαστικούς για την ανικανότητά τους και την τυφλή υποστήριξή τους στον πόλεμο.