Ο κόσμος έχει πλημμυρίσει από ζόμπι και σε ένα υπόγειο κυβερνητικό καταφύγιο μια ομάδα από επιστήμονες και στρατιωτικούς προσπαθεί να επιβιώσει, ψάχνοντας παράλληλα θεραπεία για να σταματήσει η πανδημία.

Ένας πατέρας διασχίζει με το γιo του την Αμερική, δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα μιας τεράστιας φυσικής καταστροφής βιβλικών διαστάσεων, η οποία οδήγησε σε αφανισμό όλα τα ζώα και τα φυτά. Κάθε έννοια πολιτισμού έχει εκλείψει προ πολλού και τίποτα δεν κινείται στο ερημωμένο τοπίο, εκτός από τη στάχτη στον άνεμο. Το κρύο είναι τόσο τσουχτερό που ραγίζει πέτρες, ενώ όταν χιονίζει όλα είναι γκρίζα. Και ο ουρανός μονίμως σκοτεινός… Οι δυο τους κατευθύνονται νότια, προς την ακτή, με την ελπίδα τα πράγματα εκεί να είναι κάπως καλύτερα. Κανείς όμως δεν μπορεί να τους υποσχεθεί κάτι τέτοιο. Όλα τους τα υπάρχοντα μαζί με κάποια ελάχιστα τρόφιμα βρίσκονται σε ένα καροτσάκι σούπερ-μάρκετ που σέρνουν, ενώ στην τσέπη του ο πατέρας έχει ένα πιστόλι, ως μόνη λύση για να προστατευθούν από τις «αλλόφρονες» συμμορίες που παραμονεύουν σε κάθε σχεδόν στροφή, αποφασισμένες να τους προσθέσουν στην τροφική τους αλυσίδα. Ίσως πάλι.

Ένας άντρας ξυπνάει για να βρεθεί ολομόναχος στον πλανήτη. Το πρώτο του μέλημα είναι να βρει κι άλλους επιζώντες και το τι γενικά συνέβη. Βασική του υποψία για το κακό είναι ένα κυβερνητικό πρόγραμμα στο οποίο εργάζονταν.

Απομονωμένος μέσα σε μια αποκάλυψη ζόμπι, ένας άντρας θέτει σε κίνηση ένα απίθανο σχέδιο για να προστατεύσει το πολύτιμο φορτίο που μεταφέρει...

Έτος 2101. Το νότιο ημισφαίριο του πλανήτη Γη έχει γίνει η χωματερή του κόσμου. Στη μέση αυτού του τεράστιου νεκροταφείου, ένας άνθρωπος θα ξυπνήσει χωρίς να θυμάται τίποτα για το παρελθόν του, το παρόν του ή γιατί είναι εκεί.