Ο αρχηγός διατάσσει τον αστυνομικό Έντγκαρ Κένεντι να σταματήσει μια σειρά από διαρρήξεις που συνμβαίνουν στο σπίτι του, διαφορετικά θα τον απομακρύνει από το σώμα. Έτσι, πείθει τον Όλιβερ και τον Στάνλεϊ να ληστέψουν εικονικά το σπίτι του αρχηγού για να μπορέσει να ανακτήσει τη φήμη του πιάνοντας τους. Ο αστυνομικός υπόσχεται ότι αργότερα θα τους αφήσει ελεύθερους, όμως τα πράγματα δεν πάνε όπως τα σχεδίαζαν.

Οι ιδιοκτήτες κουρείων Χοντρός και Λιγνός απαντούν σε μια αγγελία στην εφημερίδα από μια πλούσια χήρα που αναζητά σύζυγο. Ο Χοντρός στέλνει γράμμα ως απάντηση και προσκαλείται στην έπαυλη της χήρας. Ο Λιγνός ανακαλύπτει το μη ταχυδρομημένο γράμμα και επιμένει να του βάλει ετικέτα. Στην έπαυλη, ο ανατριχιαστικός μπάτλερ της χήρας, τους ενημερώνει ότι η γυναίκα είναι τρελή. Κάποτε ήταν αρραβωνιασμένη με κάποιον που τον έλεγαν Όλιβερ και τώρα το χόμπι της είναι να παντρεύεται όσους λέγονται Όλιβερ(Χοντρός) και μετά να τους "καθαρίζει". Τώρα ο Χοντρός και ο Λιγνός πρέπει να βρουν τρόπο για να ξεφύγουν...

Τα αγόρια πιστεύουν ότι οι μέρες που ψάρευαν για να φάνε αποτελούν πλέον παρελθόν, όταν ο πλούσιος θείος του Λιγνού, Εμπενίζερ, πεθαίνει αφήνοντας ένα μεγάλο κτήμα. Σύντομα όμως διαπιστώνουν ότι ο θείος δολοφονήθηκε και πως όλοι οι συγγενείς, συμπεριλαμβανομένου και του Σταν, θεωρούνται ύποπτοι.

Ο Σταν έχει πονόδοντο και ο Όλι τον πηγαίνει στον οδοντίατρο. Εκεί ο Σταν αντιδρά και ο Όλι προσπαθεί να τον βάλει με το ζόρι στην καρέκλα για να του δώσει αναισθητικό. Όμως, πάνω στη φασαρία εισπνέουν και οι δυο μεγάλη ποσότητα αερίου γέλιου και, υπό την επήρειά του, φεύγουν από το ιατρείο προκαλώντας μεγάλη ταραχή στο δρόμο και παρενοχλώντας έναν τροχονόμο.